Το 2005, ο Κωνσταντίνος Λαζαράκης, ο πρώτος Master of Wine στην Ελλάδα, έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο “The Wines of Greece” (Τα κρασιά της Ελλάδας). Ο ίδιος παραδέχεται ότι, αυτό το εγχείρημα ήταν δύσκολο.
Τα κρασιά της Ελλάδας!
Στη δεύτερη έκδοση του βιβλίου, η οποία δημοσιεύτηκε πέρυσι, έγραψε “Η ποιότητα των ελληνικών κρασιών έχει αλλάξει ριζικά.“
Αυτό είναι αλήθεια. Παρά την οικονομική κρίση, η Ελλάδα πληροί όλες τις προδιαγραφές: ευρύ φάσμα διαφοροποιημένων εγχώριων ποικιλιών, γεωγραφικά εκφραστικά κρασιά, σχετικά μέτρια επίπεδα αλκοόλ.
Ο Λαζαράκης δεν αναφέρεται στα θέματα τιμής, ωστόσο κάποια από τα ελληνικά κρασιά έχουν πολύ μεγάλη αξία. Οπότε, είναι αρκετά απογοητευτικό για τους Έλληνες οινοπαραγωγούς που εργάστηκαν πολύ σκληρά για να φέρουν την επανάσταση στην ποιότητα των κρασιών τους, να διαπιστώνουν ότι πολλοί επαγγελματίες, ακόμη και σήμερα, θεωρούν ότι η Ελλάδα δεν παράγει κάτι συναρπαστικό εκτός της ρετσίνας.
Ακόμη, όμως και η ποιότητα της ρετσίνας έχει αλλάξει. Οινοποιεία όπως το Άωτον, ο Τετράμυθος, ο Κεχρής και ο Μυλωνάς απέδειξαν ότι, μπορεί κανείς να παράξει ένα κρασί υψηλής ποιότητας και γεύσης.
Μετά τον χαρισματικό Παναγιώτη Παπαγιαννόπουλο, ο οποίος χρησιμοποιήσε αμφορείς και μια μικρή ποσότητα από θειάφι για την ζύμωση της ρετσίνας, οι οινοπαραγωγοί που παρακολουθούν τις νέες τάσεις παγκοσμίως αναζητούν κατασκευαστές αμφορέων και άλλων εναλλακτικών δοχείων για τη ζύμωση και / ή την παλαίωση του κρασιού. Αλλά αν κάποιο έθνος παραγωγών κρασιού ξέρει πώς να χρησιμοποιεί αυτά τα αρχαία σκεύη, αυτό είναι είναι σίγουρα το ελληνικό.
Και βέβαια, δεν θα μπορούσαμε να μην πούμε για το πλέον χαρακτηριστικό κρασί της Σαντορίνης, το θαυμάσια νευρικό μακρόβιο Ασύρτικο, το οποίο έβαλε την Ελλάδα σε περίοπτη θέση στην παγκόσμια οινοποιία.
Το ξηρό, λευκό κρασί Μαλαγουζιά διεκδικεί τη δεύτερη θέση μετά το Ασύρτικο, ενώ τώρα υπάρχει και μια πληθώρα ελαφριών, ροζ και σκουρόχρωμων σταφυλιών που μπορούν να προσφέρουν γεύσεις και χαρακτήρες που δεν συναντώνται πουθενά αλλού.
Στα τέλη του 20ου και στις αρχές του 21ου αιώνα, οι φιλόδοξοι Έλληνες παραγωγοί τάσσονταν υπέρ των κρασιών που προέρχονταν από τις πολύ καλές διεθνείς ποικιλίες, αλλά σήμερα είναι πιο σίγουροι και πλέον παράγουν οίνους που είναι καθαρά ελληνικοί.
Σήμερα, υπάρχουν πολλοί μεγάλοι παραγωγοί στην Ελλάδα και ενώ σχεδόν όλοι είναι εξοικειωμένοι με τις δημοφιλείς παγκόσμιες ποικιλίες, παράγουν ελληνικά προϊόντα που μπορούν να ανταγωνιστούν τα διεθνή κρασιά όχι μόνο ως προς την ποιότητα αλλά και ως προς τον χαρακτήρα. Όπως σημειώνει ο Λαζαράκης, “Τα πιο σύνθετα και ενδιαφέροντα ελληνικά κρασιά δεν έχουν ακόμη έρθει“.
Πηγή: ft.com