Η αμπελουργία ήταν και είναι “μεσογειακή” υπόθεση, αν και σήμερα πολλές χώρες της βόρειας Ευρώπης έχουν αναπτύξει τη δική τους αγάπη για τα αμπέλια.
Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι η έκταση των αμπελώνων στην ΕΕ αντιστοιχεί στο 45% της συνολικής έκτασης αμπέλου στον κόσμο, και από το ότι τα τρία κράτη μέλη που κάλυψαν τα ¾ της αμπελουργικής έκτασης της ΕΕ είναι η Ισπανία, η Γαλλία και η Ιταλία.
Λίγα λόγια για τους Αμπελώνες της ΕΕ
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Eurostat (Δεκέμβριος 2017), η συνολική έκταση αμπελώνων που καλλιεργούνται στην ΕΕ ανήλθε το 2015 σε 32 εκατ. στρέμματα. Οι αμπελουργικές εκμεταλλεύσεις ήταν 2,5 εκατ. με αναλογία 13 στρέμματα ανά εκμετάλλευση.
Η Ισπανία, η Γαλλία και η Ιταλία κάλυψαν το 74,1% της αμπελουργικής έκτασης της ΕΕ. Η Πορτογαλία (6,1%), η Ρουμανία (5,7%), η Ελλάδα και η Γερμανία (από 3,2%) ήταν οι επόμενοι μεγαλύτεροι καλλιεργητές με συνολικό μερίδιο 18,2%.
Τις ακολούθησαν οι Ουγγαρία, Βουλγαρία, Αυστρία, Κροατία, Τσεχική Δημοκρατία, Σλοβενία και Σλοβακία. Η Κύπρος, το Ηνωμένο Βασίλειο και το Λουξεμβούργο κατείχαν λιγότερο από 80.000 στρέμματα αμπελώνων (0,3% της συνολικής έκτασης με αμπέλια).
Το 2015, οι πλέον καλλιεργημένες κύριες κόκκινες ποικιλίες στην ΕΕ ήταν η Cabernet Sauvignon (6,7% του συνόλου των ερυθρών κύριων ποικιλιών), η Garnacha tinta, η Merlot noir, η Bobal, η Cabernet franc και η Μontepulciano.
Οι περισσότερο καλλιεργούμενες κύριες λευκές ποικιλίες το 2015 ήταν η Airen (16,4% του συνόλου των εκτάσεων με λευκές κύριες ποικιλίες), η Trebbiano toscano, η Chardonnay blanc, η Cayetana blanca, η Trebbiano, η Romagnolo και η Verdejo bianco.
Οι Αμπελώνες και οι ποικιλίες της Ελλάδας
Το Σαββατιανό και ο Ροδίτης είναι οι δύο οινοποιήσιμες ποικιλίες που καλλιεργούνται περισσότερο στην Ελλάδα, ενώ η έκταση των αμπελώνων από τους οποίους παράγονται κρασιά ΠΟΠ ή ΠΓΕ ξεπερνά το 85%.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα επεξεργασμένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (Νοέμβριος 2016), η συνολική έκταση των αμπελώνων στην Ελλάδα ήταν το 2015 λίγο πάνω από ένα εκατ. στρέμματα (1.030.821), εκ των οποίων 19.000 στρέμματα καταλάμβαναν οι εκτάσεις με αμπελώνες μη παραγωγικής ηλικίας. Οι αμπελουργικές εκμεταλλεύσεις ήταν την ίδια χρονιά 188.873.
Από το σύνολο των εκτάσεων με αμπελώνες, τα 633.262 στρέμματα καλλιεργούνταν με οινάμπελα και τα 397.559 στρέμματα με σταφιδάμπελα.
Τα οινάμπελα διακρίνονται σε τέσσερις κατηγορίες:
1. Για την παραγωγή οίνων Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ) με 145.187 στρέμματα (22,9% της συνολικής έκτασης οιναμπέλων)
2. Για την παραγωγή οίνων Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης (ΠΓΕ) με 396.712 στρέμματα (62,6% της συνολικής έκτασης οιναμπέλων)
3. Για την παραγωγή λοιπών οίνων με 68.884 στρέμματα (10,9% της συνολικής έκτασης οιναμπέλων)
4. Με σταφύλια διπλού σκοπού (οινοποιήσιμα και επιτραπέζια ή οινοποιήσιμα και σταφίδες) 22.479 στρέμματα (3,5% της συνολικής έκτασης οιναμπέλων).
Γεωγραφική κατανομή και ποικιλίες
Οι περισσότερες εκτάσεις με αμπελώνες καταγράφηκαν στην Πελοπόννησο με 255.537 στέμματα και ακολούθησαν η Κρήτη με 225.548 στρέμματα και η Δυτική Ελλάδα με 164.446 στρέμματα.
Στην Πελοπόννησο καταγράφηκαν και οι μεγαλύτερες εκτάσεις με οινάμπελα με 101.317 στρέμματα και ακολούθησαν η Δυτική Ελλάδα με 86.617 στρέμματα και η Κρήτη με 77.503 στρέμματα. Οι περισσότερες εκτάσεις για την παραγωγή οίνων ΠΟΠ καταγράφηκαν στην Πελοπόννησο με 36.031 στρέμματα και για την παραγωγή οίνων ΠΓΕ στη Στερεά Ελλάδα με 62.023 στρέμματα. Το 76% της συνολικής έκτασης με σταφιδάμπελα καταγράφηκε στην Πελοπόννησο και την Κρήτη.
Τις μικρότερες εκτάσεις με αμπελώνες είχε η περιφέρεια της Ηπείρου με συνολική έκταση 7.814 στρεμμάτων. Ακολούθησαν η ανατολική Μακεδονία και Θράκη με 21.133 και η δυτική Μακεδονία με 24.388 στρέμματα.
Οι περισσότερες εκμεταλλεύσεις (101.142) ήταν της τάξης από 1 έως 4,9 στρέμματα, ενώ τη μεγαλύτερη έκταση συνολικά (380.287 στρέμματα) κατέλαβαν οι εκμεταλλεύσεις της τάξης 10 έως 29,9 στρεμμάτων.
Οι οινοποιήσιμες ποικιλίες με τη μεγαλύτερη έκταση στο σύνολο της χώρας ήταν το Σαββατιανό με 18.138 εκμεταλλεύσεις και 103.555 στρέμματα και ο Ροδίτης με 28.436 εκμεταλλεύσεις και 90.000 στρέμματα. Η έκταση των δύο αυτών ποικιλιών αποτελούσε το 30,6% της συνολικής έκτασης με οινάμπελα.
Τρίτο σε έκταση αμπελώνων ήταν το Αγιωργίτικο με 4.179 εκμεταλλεύσεις και 33.654 στρέμματα και ακολούθησε η ποικιλία Λιάτικο με 14.672 εκμεταλλεύσεις και 26.200 στρέμματα.
Το Ξινόμαυρο ήταν η σημαντικότερη οινοποιήσιμη ποικιλία στις περιφέρειες Κεντρικής (16,2%) και Δυτικής Ελλάδας (52,6%), το Σαββατιανό στην Αττική (90,1%) και τη Στερεά Ελλάδα (60,1%), το Αγιωργίτικο στην Πελοπόννησο (31,3%), το Λιάτικο στην Κρήτη (33,7%), το Ασύρτικο στην περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου (32,5%), ο Ροδίτης στη Δυτική Ελλάδα (53,5%), η ποικιλία Σκιαδόπουλο στην περιφέρεια Ιονίων Νήσων (16,6%), το Μοσχάτο Αμβούργου στη Θεσσαλία (51%), το λευκό Μοσχάτο στην περιφέρεια Βορείου Αιγαίου (43,7%), η Ντεμπίνα στην Ήπειρο (57,1%), και η ποικιλία Σοβινιόν Μπλαν στην περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας & Θράκης (14,9%).
Πηγή: http://www.iefimerida.gr/